Ολες οι εξετάσεις, είτε Μοριακές είτε Ανοσολογικές θα πρέπει να συνοδεύονται από επαρκή και επικυρωμένη τεκμηρίωση για την απόδοση τους, όσον αφορά την ευαισθησία, την ειδικότητα και την ακρίβεια τους, μέσα από επιβεβαιωμένες μελέτες.
Τι σημαίνει COVID-19 και τι SARS-CoV-2;
Καταρχήν, COVID-19 (CoronaVirus Disease-2019) είναι η λοιμώδης νόσος που προκαλείται από τον πρόσφατα ανακαλυφθέντα ιό SARS-CoV-2 (Κορωνοϊό), στην πόλη Γιουχάν της Κίνας τον Δεκέμβριο του 2019.
Οι Κορωνοϊοί είναι οικογένεια ιών οι οποίοι έχουν πάρει το όνομά τους από τη χαρακτηριστική τους εμφάνισή στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, όπου διακρίνονται εξογκώματα περιμετρικά των υλικών σωματιδίων τους σαν κορώνα.
Οι πιο γνωστοί μέχρι πρόσφατα Κορωνοϊοί, οι οποίοι προκαλούν σοβαρές αναπνευστικές λοιμώξεις είναι ο SARS (Severe Acute Respiratory Syndrome – Κίνα 2002) και ο MERS (Middle East Respiratory Syndrome – Μέση Ανατολή 2012).
Σε ποιους πρέπει να γίνονται εξετάσεις;
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) οι εξετάσεις για τη νόσο COVID-19 πρέπει να γίνονται κατά πρώτο λόγο σε ασθενείς με πυρετό, βήχα ή δύσπνοια και οι οποίοι ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες ομάδες όπως, άτομα που νοσηλεύονται ή βρίσκονται σε στέγες ηλικιωμένων, επαγγελματίες υγείας, άτομα ηλικίας άνω των 70 ετών, ή άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες με σοβαρά χρόνια προβλήματα υγείας όπως, χρόνια πνευμονοπάθεια, καρδιοαγγειακά νοσήματα, διαβήτη, ανοσοκατασταλμένοι (καρκινοπαθείς) και κατά δεύτερο λόγο σε άτοματα οποία είχαν επαφή με ύποπτα ή επιβεβαιωμένα κρούσματα με τον ιό SARS-CoV2.
Πού χρησιμεύουν οι εξετάσεις για τον SARS-CoV-2;
Στην ειδική ανίχνευση του ιού με σκοπό την έναρξη θεραπείας ή νοσηλείας.
Στην απομόνωση των ατόμων που βρέθηκαν θετικοί στο SARS-CoV2 για την αποφυγή διασποράς του ιού ανάμεσα στον πληθυσμό.
Σε επιδημιολογικές μελέτες της συχνότητας της νόσου ανάμεσα στον πληθυσμό.
Ποιές εξετάσεις διαθέτουμε σήμερα για την ανίχνευση του ιού;
Ανίχνευση και ταυτοποίηση του ιού με Μοριακή μέθοδο RT-PCR (Real Time-Polymerase Chain Reaction).
Ταχεία ανίχνευση (Rapid test) του Αντιγόνου (Covid-19 Ag Test) του ιού SARS-CoV2.
Ανίχνευση Eιδικών Εξουδετερωτικών Αντισωμάτων IgG και Αντισωμάτων IgM έναντι του ιού με ορολογική μέθοδο.
Τι είναι και πως γίνεται η Μοριακή μέθοδος;
Σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς όπως ο Π.Ο.Υ., η Μοριακή (RT-PCR) αποτελεί σε αυτή τη φάση, την πιο έγκυρη μέθοδο για τη διάγνωση του SARS-CoV2. Για την εξέταση γίνεται λήψη ρινοφαρυγγικού δείγματος, όπου ελέγχεται η παρουσία του ιού μέσω της ανίχνευσης του γενετικού του υλικού (RNA). Με τη Μοριακή μέθοδο το γενετικό υλικό του ιού πολλαπλασιάζεται και έτσι μπορεί να ανιχνευθεί το ιϊκό φορτίο με τον ειδικό εργαστηριακό εξοπλισμό.
Πόσο αξιόπιστη είναι η Μοριακή μέθοδος;
Είναι η πιο αξιόπιστη μέθοδος που υπάρχει σήμερα για τη διάγνωση του ιού SARS-CoV2 και θεωρείται η Gold Standard μέθοδος.
Όμως η Μοριακή εξέταση, όπως και κάθε εξέταση έχει τα πλεονεκτήματα της (ειδικότητα και ευαισθησία) αλλά και τις αδυναμίες της.
Για παράδειγμα, η Μοριακή μέθοδος μπορεί να είναι ψευδώς αρνητική σε άτομα χωρίς εμφανή συμπτώματα που έχουν όμως μολυνθεί από τον ιό (στάδιο επώασης – 5 μέρες) και συνεπώς να εμφανιστεί μετά από κάποιες μέρες και γι’ αυτό ίσως χρειαστεί επανάληψη για επιβεβαίωση.
Επίσης, στην όψιμη φάση της λοίμωξης (πάνω από 15 μέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων) το ιϊκό φορτίο συχνά μειώνεται σημαντικά στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα, με αποτέλεσμα τα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα να μεγαλώνουν σημαντικά. Στη φάση αυτή ο έλεγχος αντισωμάτων είναι ιδιαίτερα βοηθητικός.
Επιπλέον, οι Μοριακές εξετάσεις δείχνουν αν κάποιος έχει τον ιό τώρα, αλλά δεν μπορούν να μας δείξουν αν κάποιος νόσησε στο παρελθόν (αυτό θα το δείξουν τα Αντισώματα). Αν για παράδειγμα κάποιος είχε βήχα και πυρετό από τον ιό πριν από δύο εβδομάδες, μπορεί η Μοριακή εξέτασή του να είναι αρνητική αλλά να έχει αναπτύξει Αντισώματα (IgG).
Εξάλλου είναι γνωστό πως στις καλύτερες συνθήκες, η Μοριακή εξέταση δίνει περίπου 70% αληθώς θετικά αποτελέσματα.
Σε μια άλλη πρόσφατη μελέτη από ασθενείς που είχαν διαγνωσθεί θετικοί στον SARS-CoV2 και ανάρρωσαν, όταν ελέγχονταν μετά από ένα χρονικό διάστημα, ξανάβγαιναν θετικοί στις Μοριακές εξετάσεις. Ως πιθανή εξήγηση αναφέρεται στην αδυναμία των διαγνωστικών εξετάσεων, οι οποίες κάποιες φορές ίσως ανιχνεύουν μέσα στο σώμα τα νεκρά σωματίδια RNA του ιού.
Η μέχρι στιγμής συναίνεση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας είναι ότι δεν πρόκειται για επαναλοίμωξη, αλλά ότι να νέα τεστ βγαίνουν ψευδώς θετικά.
Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει η συλλογή του ρινοφαρυγγικού δείγματος που πρέπει να είναι ικανοποιητικό για να ανιχνευθεί το ιϊκό φορτίο που υπάρχει.
Επιπρόσθετα, το κόστος της Μοριακής εξέτασης είναι αρκετά πιο ψηλό σε σύγκριση με την εξέταση αίματος για τα Αντισώματα, λόγω του ειδικού εξοπλισμού και των αντιδραστηρίων.
Ταχεία ανίχνευση (Rapid test) του Αντιγόνου (Covid-19 Ag Test) του ιού SARS-CoV2.
Πρόκειται για μια νέα γρήγορη και αρκετά αξιόπιστη εξέταση με πολύ καλή ευαισθησία (>96.5%) και εξαιρετικά ψηλή ειδικότητα (99,7%) για την έγκαιρη ανίχνευση του ιού μέσω των ειδικών και μοναδικών πρωτεϊνών που παράγει και βρίσκονται πάνω ή μέσα στον ιό.
Για την εξέταση γίνεται λήψη ρινοφαρυγγικού, ρινικού ή στοματοφαρυγγικού δείγματος, όπου ανιχνεύεται η παρουσία του ιού μέσω της ανίχνευσης του Αντιγόνου του ιού SARS-Cov2.
Λόγω της υψηλής ευαισθησίας και ειδικότητας της εξέτασης, ο προσδιορισμός του Αντιγόνου του SARS-CoV-2 δίνει τη δυνατότητα γρήγορης παροχής πληροφοριών για την νόσο COVID-19 και αποτελεί ένα νέο, σημαντικό και πολύτιμο εφόδιο στο οπλοστάσιο των επιστημόνων υγείας για την ασφαλέστερη διάγνωση της νόσου, ειδικότερα σε πληθυσμούς υψηλού επιδημιολογικού κινδύνου διασποράς της λοίμωξης.
Ανίχνευση ειδικών Εξουδετερωτικών Αντισωμάτων IgG και Αντισωμάτων IgM έναντι του ιού με ορολογική μέθοδο.
Με τις εξετάσεις αυτές ελέγχουμε εάν υπάρχουν Αντισώματα έναντι του ιού SARS-CoV2 στο αίμα ενός ατόμου. Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ οι ορολογικές (ανοσολογικές) εξετάσεις θεωρούνται βοηθητικές και πολύτιμες για τη διάγνωση του ιού και πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν πως για την καλύτερη διάγνωση θα πρέπει να γίνεται ταυτόχρονη εξέταση του ιού με Μοριακή μέθοδο και έλεγχο Αντισωμάτων.
Μετά την μόλυνση και τον πολλαπλασιασμό του ιού, ο οργανισμός (το ανοσοποιητικό σύστημα) παράγει Αντισώματα (ανοσιακή απάντηση οργανισμού) για αυτοπροστασία, τα οποία μπλοκάρουν ή σκοτώνουν τον ιό.
Τα κυριότερα Αντισώματα που παράγει ο ανθρώπινος οργανισμός έναντι ιών και μικροβίων είναι τα IgM και τα IgG. Tα IgM Αντισώματα παράγονται τις πρώτες μέρες (5-7) από την έκθεση στον ιό και συνήθως παραμένουν στον οργανισμό για 1-2 μήνες, ενώ τα Εξουδετερωτικά Αντισώματα IgG εμφανίζονται στο αίμα λίγο αργότερα από τα IgM (2-3 εβδομάδες) και συνήθως παραμένουν στον οργανισμό για αρκετούς μήνες.
Ο έλεγχος κυρίως των Εξουδετερωτικών Αντισωμάτων IgG συνίσταται να γίνεται σε ασθενείς, 14 μέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων ή την επιβεβαιωμένη λοίμωξη και σε εμβολιασθέντες 15 μέρες μετά τη 2η εμβολιαστική δόση.
Συμπέρασμα
Ολες οι εξετάσεις, είτε Μοριακές είτε Ανοσολογικές θα πρέπει να συνοδεύονται από επαρκή και επικυρωμένη τεκμηρίωση για την απόδοση τους, όσον αφορά την ευαισθησία, την ειδικότητα και την ακρίβεια τους, μέσα από επιβεβαιωμένες μελέτες.
Τα άτομα δε που τις διενεργούν θα πρέπει να έχουν την κατάλληλη εμπειρία και εκπαίδευση και να κατέχουν την τεχνογνωσία για τη σωστή αξιολόγηση των τελικών αποτελεσμάτων.